31/12/11

Ας αντισταθούμε στην απάνθρωπη καπιταλιστική εξουσία

Τρία χρόνια συμπληρώνονται από την απώλεια της σπουδαίας τραγουδίστριας.
«Σήμερα ζούμε σε ένα κράτος αμβλυμένων συνειδήσεων, παραπλανητικών ειδήσεων, θολωμένων αισθήσεων. Κράτος της αρπαχτής, της πνευματικής μιζέριας, των συγχυσμένων εγκεφάλων. Οι εκσυγχρονισμένοι σήμερα μας οδηγούν πολύ συγχρονισμένα στον οικονομικό, κοινωνικό, πνευματικό και εν τέλει ατομικό φυσικό θάνατο... Η Ελλάδα είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά κυκλωμένη από εχθρό που δε φαίνεται, καμουφλαρισμένο με σελοφάν και φωτάκια, κάτω από το μανδύα της πιο ψεύτικης, της πιο επικίνδυνης ιστορίας που λέγεται Ενωμένη Ευρώπη. Πνίγεται από τη σημερινή εξουσία, που με τη στολή του "εκσυγχρονισμού" είναι η πιο ανάλγητη, η πιο σκληρή εξουσία των τελευταίων χρόνων. Εξουσία των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων, των γερμανοτραφέντων καθηγητών και μαθητών και των πνευματικών πατέρων τους, των Αμερικάνων. Ας αντισταθούμε σήμερα στην πιο ρατσιστική, στην πιο απάνθρωπη και απόλυτη εξουσία...».
Οσο κι αν τα παραπάνω μοιάζουν σημερινά, έχουν ειπωθεί πριν δεκαπέντε χρόνια από την Μαρία Δημητριάδη. Η μεγάλη τραγουδίστρια περιέγραφε στον «Ρ» με τον δικό της, ανάγλυφο τρόπο το πολιτικό περιβάλλον εκείνης της εποχής, με αφορμή τη συμμετοχή της στην εκδήλωση για τα 80χρονα του ΚΚΕ - «είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω για το κόμμα που στηρίζει 80 χρόνια τους αγώνες του λαού μας. Το κόμμα της εργατικής τάξης, των αγροτικών διεκδικήσεων, της πρωτοπορίας στην Τέχνη και τα Γράμματα», έλεγε για τη συμμετοχή της. Και προσκαλούσε να «εγκαινιάσουμε μια καινούρια εποχή αγώνων, τραγουδώντας όσο έχουμε φωνή ακόμα... Τα 80χρονα ας γίνουν μια καινούρια αρχή για τους αγώνες μας, έστω για μας, έστω για τα παιδιά μας που τους στέρησαν τα οράματα χωρίς καν να τους δώσουν δικαίωμα επιλογής».
Θύελλα και ορμή
Πάνε τρία χρόνια από τη μέρα (7/1/2009) που «σίγησε» η φωνή που μας «ταξίδεψε» στις «πιο όμορφες θάλασσες», από τη μέρα που πρόωρα και άδικα «έφυγε» η αγέρωχη, ασυμβίβαστη τραγουδίστρια, η οποία ταυτίστηκε με κορυφαίες δημιουργίες του πολιτικού, στρατευμένου τραγουδιού, ενώ, παράλληλα, στρατεύτηκε στις αγωνίες, στις ανησυχίες, στους αγώνες του λαού μας.
Στο πρόσωπό της υπήρξε άρρηκτη σύνδεση έργου και στάσης ζωής. Δεν ήταν μόνο μια από τις σημαντικότερες και πιο εκφραστικές Ελληνίδες τραγουδίστριες (για κάποιους η σημαντικότερη), αλλά συνάμα και μια συνεπής αγωνίστρια, πιστή στην κομμουνιστική ιδεολογία. Με αφετηρία την πίστη της στο όραμα μιας δίκαιης κοινωνίας, συμπορεύτηκε με το ΚΚΕ, στηρίζοντας τις θέσεις του και παλεύοντας μαζί του. Πάντα παρούσα μέσα στα γεγονότα, από τον αντιδικτατορικό αγώνα μέχρι το τέλος. Ανταποκρινόμενη στα αγωνιστικά καλέσματα συνόδευσε με τα τραγούδια της τους εργατικούς και αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες των δεκαετιών '70-'80, αλλά και μετέπειτα. Η φωνή της ήχησε σε θέατρα, γήπεδα, χώρους δουλειάς, εργατικές, αγροτικές, φοιτητικές κινητοποιήσεις. Οι επικές ερμηνείες της - θύελλα και ορμή - έδιναν παλμό σε συναυλίες αλληλεγγύης προς τους αγωνιζόμενους και διωκόμενους λαούς, σε απεργιακούς αγώνες, σε μπλόκα των αγροτών, σε Φεστιβάλ της ΚΝΕ. Παρά τις αντιξοότητες που αντιμετώπισε, αυτές τις αντιξοότητες που δημιουργεί το σύστημα στους καλλιτέχνες που δεν υποτάσσονται στις επιδιώξεις του, δεν άλλαξε στρατόπεδο, αλλά ούτε εξαργύρωσε την προσφορά της στο λαϊκό κίνημα. Με την ίδια τόλμη και παρρησία που πορεύτηκε στη ζωή της, αντιστάθηκε στην ευκολία και στα κυκλώματα που λυμαίνονται το χώρο της Τέχνης. Ποτέ δεν της άρεσαν οι εκπτώσεις, ούτε οι πειθαναγκασμοί... Η «εξομολόγησή» της, σε παλιότερη συνέντευξη στον «Ριζοσπάστη» (17/2/2002), αποκαλύπτει το ήθος, την ποιότητα, την αξιοπρέπεια που την διακατείχαν: «Δεν έχω κάνει ποτέ ούτε μισή υποχώρηση στη δουλειά μου. Ούτε μισή! Και αυτό το πληρώνω. Υπήρξαν φορές που δεν είχα να καπνίσω τσιγάρο. Αλλά υποχώρηση δεν έχω κάνει. Ούτε μία καλημέρα δεν έχω πει σε κάποιον που δε θέλω να του την πω...».
Γι' αυτήν την αγωνιστική της στάση πλήρωσε και το «τίμημα», όχι μόνο κατά την πρώτη μεταπολιτευτική περίοδο που η αντίδραση συνέχιζε να δείχνει φανερά το «πρόσωπό» της, αλλά και αργότερα στα χρόνια πλέον του εύπεπτου, εμπορευματοποιημένου τραγουδιού, καθώς το κατεστημένο δεν ανεχόταν παρουσίες όπως αυτή της ασυμβίβαστης τραγουδίστριας. «Το "πολιτική τραγουδίστρια" σήμαινε μέσα στα γεγονότα», έλεγε στην ίδια συνέντευξη. «Ομως, μετά το '80 έγινε βρισιά. Δηλαδή, εσύ είσαι πολιτική τραγουδίστρια, έξω από εδώ. Δε θα τραγουδήσεις άλλο, τελείωσες. Κι έχανα το τρένο της ευκολίας, του να ελίσσεσαι...». Η ίδια δεν υπέκυψε στην αποσιώπησή της από την πλειοψηφία των ΜΜΕ και τις εταιρείες που ελέγχουν το χώρο της δισκογραφίας.
Αφουγκραζόταν τους λαϊκούς πόθους
Φωνή εξαιρετική, «ολοκληρωτική», όπως τη χαρακτήρισαν, η Μαρία Δημητριάδη σημάδεψε το ελληνικό τραγούδι, κυρίως εκείνο το κομμάτι του που αφουγκραζόταν λαϊκούς πόθους, που εξέφραζε την αντίσταση στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και στο σκοτάδι της καταπίεσης, που γινόταν «λάβαρο» πάλης για κοινωνική δικαιοσύνη και απελευθέρωση. Φωνή με τεράστιο ερμηνευτικό εύρος, που είχε τη δυνατότητα και το πάθος να εκφράζει τη δραματική κάθε φορά συγκυρία, έβαλε το στίγμα της στο πολιτικό τραγούδι, ερμηνεύοντας τραγούδια μεγάλων Ελλήνων συνθετών, σε ποίηση κορυφαίων ποιητών (Ρίτσου, Μαγιακόφσκι, Χικμέτ, Μπρεχτ κ.ά.), καταθέτοντας ερμηνείες αξεπέραστες, πότε λυρικές, τρυφερές, ψιθυριστές και πότε δυναμικές και αγέρωχες. Είτε τραγουδώντας για τους δεσμώτες της Μακρονήσου που «...δίπλα στα μάτια τους έχουν ένα δεντράκι καλοσύνη/ ανάμεσα στα φρύδια τους ένα γεράκι δύναμη/ κι ένα μουλάρι από θυμό μες στην καρδιά τους/ που δε σηκώνει τ' άδικο...», είτε πως «το πιο εκπληκτικό, πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο, είν' ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει», είτε πως «έτσι κι αλλιώς η Γη θα γίνει κόκκινη...».
Τι να πρωτοθυμηθούμε από τη σπουδαία διαδρομή της στο τραγούδι... Αναμφίβολα κορυφαίες παραμένουν οι καταλυτικές, δραματικές ερμηνείες της σε έργα του Θάνου Μικρούτσικου, όπως τα «Πολιτικά Τραγούδια» (σε ποίηση των Ναζίμ Χικμέτ και Βολφ Μπίρμαν), «Καντάτα για τη Μακρόνησο» (βασισμένη στον «Πέτρινο Χρόνο» του Ρίτσου), «Σπουδή σε ποιήματα του Βλαδίμηρου Μαγιακόφσκι», στην εξεγερμένη «Φουέντε Οβεχούνα», στα «Τροπάρια για Φονιάδες», όπου ζωντανεύουν οι μορφές των Τσε Γκεβάρα, Ρόζας Λούξεμπουργκ, Καρυωτάκη, Πλουμπίδη, στα «Τραγούδια της Λευτεριάς» σε στίχους Μπρεχτ, Αναγνωστάκη, Ρίτσου, Φώντα Λάδη, Αλκη Αλκαίου...
Ξεκίνησε να τραγουδά από παιδί. Στα 16 της χρόνια δισκογραφεί το «Ενα πρωινό η Παναγιά μου» του Σταύρου Ξαρχάκου (από την ταινία τα «Κορίτσια στον Ηλιο»). Μετά ήρθε ο «Ηλιος ο Πρώτος» και το «Χρονικό» του Γιάννη Μαρκόπουλου, ενώ στο ενδιάμεσο είχε γνωρίσει τον Μίκη Θεοδωράκη, ίνδαλμά της από μικρό παιδί. Μαζί του, κατά την επταετία, περιοδεύει ανά τον κόσμο και συμμετέχει στους δίσκους «Τα Λαϊκά» («Το τρένο φεύγει στις οκτώ») και «Τραγούδια του Αγώνα» («Σαν τον αετό φτερούγαγε στη στράτα»). Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, το 1974, τραγουδά στο δίσκο «Σκλάβοι Πολιορκημένοι» του Νίκου Μαμαγκάκη και το «Αντόνιο Τόρρες Χερέδια» του Γιάννη Γλέζου. Ηδη, έχει γνωρίσει τον Θάνο Μικρούτσικο και το 1975 δισκογραφούν τον πρώτο δίσκο του, τα «Πολιτικά Τραγούδια». Ακολουθούν: «Καντάτα για τη Μακρόνησο», «Φουέντε Οβεχούνα», «Τροπάρια για φονιάδες», «Τα τραγούδια της λευτεριάς». Χαρακτηριστικό πως από την κασετίνα των οκτώ δίσκων με τα πολιτικά τραγούδια του συνθέτη που έβγαλε η «Λύρα», πριν λίγα χρόνια, στους πέντε τραγουδάει μόνο η Μαρία Δημητριάδη. Ενας από τους πιο πολυακουσμένους δίσκους τους ήταν «Τα Αντάρτικα» (1981) - επανεκτελέσεις μαζί με την αδερφή της Αφροδίτη Μάνου. Μετά από κάποια χρόνια κάνει πάλι συναυλίες με τον Μίκη, τον Μαρκόπουλο... Δισκογραφικά συνέχισε με το «Δελτίο καιρού», με τραγούδια πολλών συνθετών σε πρώτη εκτέλεση, τα «Λιανοτράγουδα» του Θεοδωράκη, τον πρώτο δίσκο του Γιώργου Σταυριανού, την «Ελένη» του Χατζιδάκι - τον «πιο σταθερό και ιδεολόγο άνθρωπο» όπως έλεγε - το «Εμπάργκο» του Μικρούτσικου, με άλλους τραγουδιστές, κ.ά. Μετά από το '90-'91 και δύο πολύ μεγάλες περιοδείες με τον Μίκη, άρχισε να αποτραβιέται. Ακολούθησαν δύο χρόνια δουλειάς της στο Βελιγράδι, την περίοδο του εμπάργκο. Εκανε συναυλίες κι ένα δίσκο, που με τη βοήθεια του υπουργείου Πολιτισμού της πρώην Γιουγκοσλαβίας, τα έσοδά του πήγαν για τους πρόσφυγες. Δύο χρόνια πηγαινοερχόταν στη Γιουγκοσλαβία... Τελευταία δισκογραφική της δουλειά, οι «Δον Κιχώτες» των Παρασκευά Καρασούλου (στίχοι) και Θοδωρή Οικονόμου (μουσική).
Η Μαρία Δημητριάδη μπορεί να έφυγε νωρίς από τη ζωή, όμως είναι πάντα παρούσα με την αγωνιστική της φωνή σε όλους τους λαϊκούς - εργατικούς αγώνες. Στους αγώνες για την κατάκτηση όλων εκείνων που με το τραγούδι της απαίτησε για τους εργαζόμενους, για μια νέα κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

Ρουμπίνη Σούλη

Ριζοσπάστης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου